Μετάβαση στο περιεχόμενο

Μετάβαση στον πίνακα περιεχομένων

ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ

«Αγκαλιάζω» τη Γραφική Αλήθεια Ακόμη και Χωρίς Χέρια

«Αγκαλιάζω» τη Γραφική Αλήθεια Ακόμη και Χωρίς Χέρια

Όταν οι άνθρωποι νιώθουν αστάθεια, θέλουν να κρατηθούν από κάπου. Εγώ δεν μπορώ να το κάνω αυτό, επειδή δεν έχω χέρια. Ήμουν εφτά χρονών όταν χρειάστηκε να μου ακρωτηριάσουν τα χέρια από τους ώμους για να μου σώσουν τη ζωή.

Η μητέρα μου ήταν 17 χρονών όταν με γέννησε το 1960. Ο πατέρας μου μας εγκατέλειψε πριν γεννηθώ. Η μητέρα μου και εγώ ζούσαμε με τους παππούδες μου στο Μπουργκ, μια κωμόπολη στην πρώην Λαοκρατική Δημοκρατία της Γερμανίας, ή αλλιώς Ανατολική Γερμανία. Πολλοί άνθρωποι εκεί ήταν αθεϊστές, το ίδιο και η οικογένειά μου. Για εμάς, η έννοια του Θεού ήταν ανύπαρκτη.

Καθώς μεγάλωνα, ο παππούς μου ασχολούνταν πολύ μαζί μου. Μου ανέθετε διάφορες δουλειές—με έβαζε για παράδειγμα να ανεβαίνω στα δέντρα για να τα κλαδεύω. Και εγώ, σαν παιδί, ξετρελαινόμουν με αυτές τις περιπέτειες. Η ζωή μου ήταν ξένοιαστη και ευτυχισμένη.

ΕΝΑ ΑΤΥΧΗΜΑ ΑΛΛΑΖΕΙ ΤΗ ΖΩΗ ΜΟΥ

Μια μέρα όταν ήμουν εφτά χρονών, συνέβη κάτι τρομερό. Μόλις είχα ξεκινήσει τη δευτέρα τάξη στο σχολείο. Γυρίζοντας στο σπίτι, σκαρφάλωσα σε έναν πυλώνα ηλεκτρισμού. Ενώ βρισκόμουν 8 μέτρα πάνω από το έδαφος, με χτύπησε ένα ισχυρό ηλεκτρικό τόξο και με άφησε αναίσθητο. Όταν συνήλθα στο νοσοκομείο, δεν ένιωθα τα χέρια μου. Είχαν υποστεί σοβαρά εγκαύματα, και τα τραύματα ήταν τόσο φρικτά ώστε χρειάστηκε να μου ακρωτηριάσουν και τα δύο χέρια για να μην πάθω σηψαιμία. Όπως φαντάζεστε, η μητέρα μου και οι παππούδες μου ήταν απαρηγόρητοι. Αλλά εγώ, επειδή ήμουν παιδί, δεν συνειδητοποιούσα πλήρως πώς θα επηρέαζε τελικά τη ζωή μου το ότι δεν είχα χέρια.

Μετά τη νοσηλεία μου, επέστρεψα στο σχολείο. Τα παιδιά με κορόιδευαν, με έσπρωχναν και μου πετούσαν πράγματα μιας και δεν μπορούσα να προστατευτώ. Με πλήγωναν πολύ τα σκληρά και υποτιμητικά τους σχόλια. Τελικά, οι δικοί μου με έστειλαν στο Σχολείο Αναπήρων στο Μπίρκενβερντερ, που ήταν κάτι σαν οικοτροφείο για παιδιά με σωματικές αναπηρίες. Το σχολείο ήταν πολύ μακριά από το σπίτι, και γι’ αυτό η μητέρα και οι παππούδες μου δεν είχαν αρκετά χρήματα για να με επισκέπτονται. Τους έβλεπα μόνο στις διακοπές. Τα επόμενα δέκα χρόνια τα έζησα χωρίς αυτούς.

ΜΕΓΑΛΩΝΩ ΧΩΡΙΣ ΧΕΡΙΑ

Έμαθα να κάνω πολλά πράγματα εκ νέου χρησιμοποιώντας τα πόδια μου. Φαντάζεστε πώς είναι να τρως με πιρούνι ή κουτάλι το οποίο κρατάς με τα δάχτυλα των ποδιών σου; Με αρκετή προσπάθεια, ανέπτυξα αυτή την ικανότητα. Έμαθα επίσης να βουρτσίζω τα δόντια μου και να χτενίζομαι χρησιμοποιώντας τα πόδια μου. Άρχισα ακόμη και να κάνω «χειρονομίες» με αυτά όταν συζητούσα με άλλους. Τα πόδια μου έγιναν τα χέρια μου.

Στην εφηβεία, μου άρεσε πολύ να διαβάζω βιβλία επιστημονικής φαντασίας. Μερικές φορές φανταζόμουν ότι είχα χέρια υψηλής τεχνολογίας που μου επέτρεπαν να κάνω τα πάντα. Στα 14, άρχισα να καπνίζω. Αυτό μου έδινε αυτοπεποίθηση και με έκανε να νιώθω ότι είμαι σαν όλους τους άλλους. Ήταν σαν να έλεγα: “Ορίστε, και εγώ μπορώ να το κάνω αυτό. Όποιος καπνίζει θεωρείται μεγάλος—είτε έχει χέρια είτε όχι”.

Επιδίωκα να ασχολούμαι με πολλά και συμμετείχα σε κοινωνικές δραστηριότητες. Εντάχθηκα στην Ελεύθερη Γερμανική Νεολαία, μια κρατική σοσιαλιστική οργάνωση νεολαίας, στην οποία διετέλεσα γραμματέας​—μια υπεύθυνη θέση ανάμεσα στα τοπικά μέλη. Μπήκα επίσης σε λέσχη τραγουδιού, παρακολουθούσα σεμινάρια ποίησης και συμμετείχα σε αθλήματα για άτομα με ειδικές ανάγκες. Αφού πήρα κάποια εκπαίδευση, άρχισα να εργάζομαι σε μια εταιρία στην πόλη μας. Καθώς μεγάλωνα, φορούσα όλο και πιο συχνά τα προσθετικά μου χέρια, επειδή ήθελα να είμαι αρτιμελής.

«ΑΓΚΑΛΙΑΖΩ» ΤΗ ΓΡΑΦΙΚΗ ΑΛΗΘΕΙΑ

Μια μέρα που περίμενα το τρένο για να πάω στη δουλειά, με πλησίασε ένας άντρας. Με ρώτησε αν πίστευα πως ο Θεός μπορούσε να μου ξαναδώσει τα δυο μου χέρια. Δεν ήξερα τι να απαντήσω. Φυσικά και ήθελα να έχω πάλι χέρια, αλλά αυτό μου ακουγόταν παρατραβηγμένο και απίθανο! Ως αθεϊστής, ήμουν πεπεισμένος ότι δεν υπήρχε Θεός. Έκτοτε, βρήκα έναν τρόπο να αποφεύγω εκείνον τον άντρα.

Λίγο καιρό αργότερα, μια συνάδελφος με προσκάλεσε να γνωρίσω την οικογένειά της. Ενώ πίναμε καφέ, οι γονείς της άρχισαν να μιλάνε για τον Θεό—τον Ιεχωβά Θεό. Ήταν η πρώτη φορά που άκουσα ότι ο Θεός έχει όνομα. (Ψαλμός 83:18) Ωστόσο, μέσα μου είχα ενστάσεις: “Δεν γίνεται να υπάρχει Θεός, όπως και να τον λένε. Θα τους αποδείξω ότι κάνουν λάθος”. Βέβαιος για τις απόψεις μου, δέχτηκα να κάνουμε Γραφικές συζητήσεις. Προς έκπληξή μου, όμως, δεν μπορούσα να αποδείξω ότι δεν υπάρχει Θεός.

Το αθεϊστικό μου προπύργιο σιγά σιγά γκρεμιζόταν καθώς εξετάζαμε τις Βιβλικές προφητείες. Πολλές θεϊκές προβλέψεις επαληθεύτηκαν παρότι είχαν γραφτεί εκατοντάδες, ακόμη και χιλιάδες, χρόνια νωρίτερα. Σε μια από τις Γραφικές συζητήσεις, συγκρίναμε τις παρούσες παγκόσμιες συνθήκες με προφητείες που υπάρχουν στο 24ο κεφάλαιο του Ματθαίου, στο 21ο κεφάλαιο του Λουκά και στο 3ο κεφάλαιο της 2ης επιστολής προς τον Τιμόθεο. Όπως ο συνδυασμός συμπτωμάτων βοηθάει τον γιατρό να διαγνώσει σωστά από τι πάσχει ο ασθενής, έτσι και ο συνδυασμός των γεγονότων που αναφέρονται σε εκείνες τις προφητείες με βοήθησε να διακρίνω ότι ζούμε στην εποχή που η Αγία Γραφή αποκαλεί «τελευταίες ημέρες». * Έμεινα εμβρόντητος. Εκείνες οι προφητείες εκπληρώνονταν μπροστά στα μάτια μου.

Ήμουν σίγουρος ότι αυτά που μάθαινα ήταν η αλήθεια. Άρχισα να προσεύχομαι στον Ιεχωβά Θεό και έκοψα το κάπνισμα, παρότι ήμουν φανατικός καπνιστής πάνω από μια δεκαετία. Συνέχισα να μελετάω τη Γραφή επί έναν χρόνο περίπου. Στις 27 Απριλίου 1986, βαφτίστηκα κρυφά σε μια μπανιέρα επειδή εκείνον τον καιρό οι Μάρτυρες ήταν υπό απαγόρευση στην Ανατολική Γερμανία.

ΔΙΝΩ ΣΤΟΥΣ ΑΛΛΟΥΣ

Λόγω της απαγόρευσης, συναθροιζόμασταν κατά μικρές ομάδες σε σπίτια, και εγώ γνώριζα λίγους μόνο ομοπίστους μου. Όλως παραδόξως, οι κρατικές αρχές μού επέτρεψαν να ταξιδέψω στη Δυτική Γερμανία, όπου οι Μάρτυρες δεν ήταν υπό απαγόρευση. Για πρώτη φορά στη ζωή μου, μπορούσα να παρακολουθήσω συνελεύσεις όπου αναλύονταν Γραφικά θέματα και να δω χιλιάδες αδελφούς και αδελφές μου. Αυτή ήταν μια μοναδική εμπειρία.

Όταν έπεσε το Τείχος του Βερολίνου, άρθηκε η απαγόρευση που είχε επιβληθεί στους Μάρτυρες του Ιεχωβά. Επιτέλους, είχαμε τη δυνατότητα να λατρεύουμε τον Ιεχωβά Θεό ελεύθερα. Επιθυμούσα να αυξήσω τη δράση μου στο έργο κηρύγματος. Ωστόσο, φοβόμουν πολύ να προσεγγίζω αγνώστους. Είχα αισθήματα κατωτερότητας λόγω της αναπηρίας μου και επειδή είχα περάσει μεγάλο μέρος των παιδικών μου χρόνων σε ίδρυμα για άτομα με αναπηρίες. Το 1992, όμως, προσπάθησα να κηρύξω 60 ώρες μέσα σε έναν μήνα. Τα πήγα καλά και πήρα πολλή χαρά. Αποφάσισα λοιπόν να το κάνω αυτό κάθε μήνα, και κατάφερα να το συνεχίσω για τρία χρόνια περίπου.

Έχω πάντα στον νου μου τα λόγια της Γραφής: «Ποιος είναι αδύναμος, και εγώ δεν είμαι αδύναμος;» (2 Κορινθίους 11:29) Παρά τις αναπηρίες μου, δεν παύω να έχω μυαλό και φωνή. Κάνω λοιπόν το καλύτερο που μπορώ για να βοηθάω άλλους. Εφόσον δεν έχω χέρια, μπορώ να συναισθανθώ πλήρως όσους έχουν περιορισμούς. Ξέρω πώς είναι να θέλεις απεγνωσμένα να κάνεις κάτι και να μην μπορείς. Προσπαθώ να ενθαρρύνω όσους αισθάνονται έτσι. Δίνοντας με αυτόν τον τρόπο στους άλλους, νιώθω ευτυχισμένος.

Η μετάδοση των καλών νέων σε άλλους με κάνει ευτυχισμένο

Ο ΙΕΧΩΒΑ ΜΕ ΒΟΗΘΑΕΙ ΚΑΘΕ ΜΕΡΑ

Πρέπει να παραδεχτώ, βέβαια, ότι κατά καιρούς νιώθω λίγο πεσμένος. Θα ήθελα απλώς να είμαι αρτιμελής. Μπορώ να κάνω μόνος μου πολλά καθημερινά πράγματα, αλλά απαιτούν περισσότερο χρόνο, προσπάθεια και ενέργεια από ό,τι κανονικά. Το σύνθημά μου για την κάθε μέρα είναι: «Για όλα τα πράγματα έχω τη δύναμη χάρη σε αυτόν που μου δίνει δύναμη». (Φιλιππησίους 4:13) Κάθε μέρα, ο Ιεχωβά μού δίνει τη δύναμη που χρειάζομαι για να φέρω σε πέρας «φυσιολογικά» πράγματα. Έχω διαπιστώσει ότι ο Ιεχωβά δεν με έχει αφήσει αβοήθητο. Γι’ αυτό και εγώ δεν θέλω να τον αφήσω ποτέ.

Ο Ιεχωβά με έχει ευλογήσει με μια οικογένεια—αυτό ακριβώς που μου έλειπε στα παιδικά και εφηβικά μου χρόνια. Έχω μια υπέροχη, στοργική και συμπονετική σύζυγο, την Έλκε. Επιπρόσθετα, εκατομμύρια Μάρτυρες του Ιεχωβά έχουν γίνει πνευματικοί αδελφοί και αδελφές μου—μια παγκόσμια οικογένεια.

Με τη στοργική μου σύζυγο, την Έλκε

Με παρηγορεί επίσης η υπόσχεση του Θεού για τον Παράδεισο, στον οποίο θα κάνει «νέα τα πάντα», μεταξύ αυτών και τα χέρια μου. (Αποκάλυψη 21:5) Κατανοώ καλύτερα αυτή την υπόσχεση όταν στοχάζομαι όσα έκανε ο Ιησούς ενόσω ήταν στη γη. Μέσα σε μια στιγμή, θεράπευε παράλυτα άκρα, και μάλιστα αποκατέστησε το κομμένο αφτί ενός άντρα. (Ματθαίος 12:13· Λουκάς 22:50, 51) Οι υποσχέσεις του Ιεχωβά και τα θαύματα του Ιησού μού δίνουν τη βεβαιότητα ότι σύντομα θα είμαι και πάλι αρτιμελής.

Ωστόσο, η μεγαλύτερη ευλογία για μένα είναι ότι έχω γνωρίσει τον Ιεχωβά Θεό. Εκείνος έχει γίνει πατέρας μου και φίλος μου, παρηγορητής μου και δύναμή μου. Νιώθω όπως ο Βασιλιάς Δαβίδ, ο οποίος έγραψε: «Ο Ιεχωβά είναι η ισχύς μου . . . Βοηθήθηκα· γι’ αυτό και αγάλλεται η καρδιά μου». (Ψαλμός 28:7) Θέλω να διακρατώ αυτή την υπέροχη αλήθεια σε όλη μου τη ζωή. Την «αγκαλιάζω» ακόμη και χωρίς χέρια.

^ παρ. 17 Για μια λεπτομερή ανάλυση του σημείου των τελευταίων ημερών, βλέπε το βιβλίο Τι Διδάσκει Πράγματι η Αγία Γραφή;, κεφάλαιο 9: «Ζούμε στις “Τελευταίες Ημέρες”;» που είναι έκδοση των Μαρτύρων του Ιεχωβά και είναι διαθέσιμο στον ιστότοπο www.dan124.com/el.